Παρασκευή 14 Απριλίου 2017

Μεγάλη Παρασκευή


Πάντα την Μεγάλη Παρασκευή
νά ’σαι μόνος σαν τον Χριστό,
προσμένοντας το τελευταίο καρφί, το ξύδι, την λόγχη,
τις ζαριές να ακούς ατάραχα
στο μοίρασμα των υπαρχόντων σου,
τις βλαστήμιες, τις προκλήσεις, την αδιαφορία.

Πριν την Παρασκευή δεν έρχεται η Κυριακή.
Τότε λησμονάς τα μαρτύρια των δρόμων
της Μεγάλης Παρασκευής της ζωής μας.
Μην ξαφνιαστείς, μην φοβηθείς,
στ’ απρόσμενο σουρούπωμα.
Oι μπόρες τ’ ουρανού δεν στερεύουν.
Η ξαστεριά θα ’ρθεί το σαββατόβραδο.
Τότε λησμονάς τα μαρτύρια των δρόμων
της Μεγάλης Παρασκευής της ζωής μας.


Από το CD του Χρίστου Τσιαμούλη: «Δωδεκάορτο»
Στίχοι: Μακαριστός Γέροντας Μωυσής (†2014)
Τραγούδι: Μανώλης Μητσιάς
                                                Πηγή: Πεμπτουσία    https://www.pemtousia.gr                                       



EΠΙ ΞΥΛΟΥ
Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί
(Νιώθει ο θνητός του θανάτου τον τρόμο)
Κι έτσι μ’ αυτό σβήνει η γλυκειά φωνή
και γέρνει το κεφάλι προς τον ώμο.

Συγνεφιασμένοι οι απριλιάτικοι ουρανοί
τ' αχνόροδα μαδούν εκεί στο δρόμο,
σύμπασα η Χτίση χάνεται, θρηνεί.
Μα γέρνει όπως Εκείνος, μπρος στο Νόμο..

Τα χρόνια αγύριστα περνούν και τώρα
από σταυρούς εσπάρθη κάθε χώρα.
Μ’ ατάραχοι ψηλάσθε οι Σταυρωμένοι
στα πόδια τους θωρούνε δακρυσμένη
Μια Παναγιά, μια Μαγδαληνή
Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί

Μήτσος Παπανικολάου
πηγή: www.poiein.gr



Μεγάλη Παρασκευή

Ο άνθρωπος με τη φυσαρμόνικα,
ήρθε απόψε έξω απ' το παράθυρό μου.
Το χέρι του έτρεμε όταν άνοιξε την τσέπη
βγάζοντας το εργαλείο της δουλειάς του.
Σήμερα, είπε, Παρασκευή Μεγάλη, ένα τραγούδι
θα σου χαρίσω, μια ιστορία
για ένα μαθητή που πρόδωσε τον δάσκαλό του,
δίνοντας την ίδια τη ζωή του
σε μια θυσία ισάξια της Σταύρωσης,
που μέσα στη σκόνη του χρόνου χάθηκε
στων Φαρισαίων τα παμπάλαια βιβλία.
Ξεκίνησε να παίζει, αέρας σηκώθηκε τρελός.
Τα φύλλα της μανταρινιάς χόρεψαν στον ρυθμό της μουσικής.
Ορχήστρα έγινε η φυσαρμόνικα με χίλια όργανα φορτωμένη.
Τον μαθητή είδα να επιστρέφει τα τριάντα αργύρια.
Το ιερατείο που αρνήθηκε την επιστροφή,
τον χλευασμό, την ντροπή, την κοροϊδία.
Ύστερα σε ένα τζαζ γύρισμα τον είδα πάλι
φοβισμένο να κλαίει κάτω από μία συκιά,
ξυπόλυτο, με γδαρμένα τα χέρια, να φωνάζει,
ένα σκοινί βγάζοντας από τσέπη κρυφή.
Σε αυτό το σημείο η μουσική σταμάτησε απότομα.
Δίπλα μου ο άνθρωπος με τη φυσαρμόνικα, έκλαιγε επίσης.
Έσκυψα, το πρόσωπό του ήταν ίδιο
με εκείνου του μαθητή
του Προδότη



Ποιήματα για τη Μεγάλη βδομάδα:  του Ειρηναίου Μαράκη
Πηγή: Λογοτεχνία και Σκέψη        logotexnia-ch.blogspot.com/                             

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου