Η οικογένεια του Ευτύχη, του μικρού λαγού, δεν είναι μεγάλη,
όχι ακόμη τουλάχιστον, είναι όμως η πιο αγαπητή στη μικρή Ονειρούπολη. Ο κ.
Ιάσονας, ο μπαμπάς Λαγός από τότε που συνταξιοδοτήθηκε και επέστρεψε στο
πατρικό του, καλλιεργούσε με τέτοια αγάπη το λαχανόκηπο που μα την αλήθεια ωραιότερα
καρότα δεν έβγαζε κανείς στην περιοχή. Η μαμά, η κα Ναταλία, στην 25η
ημέρα της εγκυμοσύνης της απόφευγε τις βαριές δουλειές. Έτσι είχε αναλάβει το
κοτέτσι και το νοικοκυριό, κι ο μικρός Ευτύχης πέρα απ’ την αγάπη των γονιών
του με μεγάλη ανυπομονησία περίμενε τα αδελφάκια του.
Στην ίδια γειτονιά έμενε η μικρή μαγισσούλα η Λούλα Καλούλα. Οι περισσότεροι στην Ονειρούπολη την ήξεραν σαν τη Λούλα την Μωβ, επειδή τα ρούχα της είχαν πάντα μωβ απόχρωση.
Μόνη με ένα γέρο γάτο που κοιμόταν όλη μέρα, χωρίς να έχει κάποιον να συζητήσει, χωρίς φίλους, αισθανόταν μοναξιά και καμιά φορά τα μεγάλα της μάτια γέμιζαν δάκρυα. Κανείς δεν πήγαινε επίσκεψη. Στο χωριό σπάνια της μιλούσαν, οι περισσότεροι μάλιστα την φοβόντουσαν. Κι αν καμιά φορά τη συναντούσαν στο δρόμο έσκυβαν το κεφάλι και προσπερνούσαν γρήγορα. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στη Λούλα και θύμωνε αλλά γρήγορα της περνούσε ο θυμός και μαζευόταν στη γωνιά της.Θύμωνε όμως στ’ αλήθεια όταν ο φράχτης της Φρειδερίκης, της κυρά πάπιας, μεγάλωνε τόσο πολύ που εμπόδιζε