Ξεχώρισα κάτι στίχους από παλιά κιτρινισμένα τετράδια…..λες και γράφτηκαν για το σήμερα
........Σαν έρθει από βροχόνερο ποτάμι μανιωμένο
Και πλημμυρίσει και χυθεί και πελαγώσει ο κάμπος
Και συνεπάρει τα δεντρά και τα σπαρτά σκεπάσει.
Κι οπόχει την καλύβα του κατάμεσα του κάμπου,
ξυπνώντας νύχτα ανέλπιστα, βουητό χαμού γρικήσει,
και δεν μπορεί να πάει μπροστά και μήτε πάει και πίσω.
Γιατί μπροστά είναι κύματα και ρέματα είναι πίσω.
Και αχνίζει και βουβαίνεται και τρέμει και απομένει…..
(Κωστής Παλαμάς: Η φλογέρα του βασιλιά)
Ακινητοποιημένος ο χρόνος μέρες τώρα. Ερήμωση του τόπου με έναν άνεμο νωθρό κι έναν ήλιο παράταιρα ανελέητο να στεγνώνει τη λάσπη στις άδειες παλάμες μαζί με την ψυχή. Αμείλικτη η φύση όταν διεκδικεί το δίκιο της.
Μετράς τις χαρακιές στα πρόσωπα, τα ροζιασμένα χέρια τα ζυγισμένα με το βάρος της καρδιάς και σκύβεις το κεφάλι μη δεις τα σιωπηλά δάκρυα που αυλακώνουν τα μάγουλα, τα γεμάτα ¨γιατί ¨ βλέμματα. Μια βάρκα μικροπράγματα, όλο το βιός τους. ¨Είχαν ένα μικρό σπιτάκι, μου είπαν, όχι για να ζήσουν, μα για να κλείσουν εκεί τα μάτια τους. ¨Είμαστε τόσο αποσταμένοι που αδιάφορο είναι πια αν ζήσουμε ή πεθάνουμε.¨
Δεν κοιταχτήκαμε στα μάτια μη δουν την ενοχή μας, την ανημπόρια μας. Περπατήσαμε δίπλα-δίπλα βουλιάζοντας στο βαρύ λασπωμένο χώμα. Ακύμαντα τα νερά σε αχαρτογράφητα μονοπάτια είχαν την όψη της απελπισίας.
Σκόρπιος ο κόσμος εκεί έξω. Μόνο μια ψεύτικη ελπίδα μας πήρε στο κατόπι. ¨Είμαι ακόμα ζωντανή¨ μας φώναξε. Πόσο μακρινή έφτασε η ηχώ στ’ αυτιά μας.
Ο αέρας έφερε ένα κιτρινισμένο φύλλο στα πόδια μας. Κίτρινο σαν τη μοίρα αυτών των ανθρώπων. Το κράτησα
¨….. σαν κάτι συμβολικό, σαν φιλικό αυτόγραφο, ίσως σαν ένα ευχαριστώ¨(Κική Δημουλά)
Οι τηλεοράσεις στον έσω
κόσμο ανήγγειλαν την επέλαση μια νέας καταιγίδας. Είδα τον τρόμο στα μάτια τους.
Σήκωσαν το βλέμμα ψηλά κι έκαναν το
Σταυρό τους. Η μοίρα των αδύναμων, σκέφτηκα, θυσία στο βωμό των συμφερόντων. Μια πραγματικότητα ξέχειλη από αδιαφορία και αδράνεια.
Με χίλια μύρια συναισθήματα και βαθιά συγκίνηση επέστρεψα στην ασφάλεια του σπιτιού μου, προσπαθώντας να ταξινομήσω την εσωτερική μου παραζάλη. Ποιος ξέρει αν και πότε αυτός ο τόπος θα σταθεί στα πόδια του. Λέω πως η ζωή μας αρχίζει και τελειώνει τη μέρα που θα σιωπήσουμε γι αυτά που έχουν σημασία.
Αννίκα
Η φωτογραφία είναι από το Pinterest