Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016

Μαρία Ιορδανίδου-Λωξάντρα

                                                                                                                                                                         

............................................................................................................................................
Άξαφνα η Λωξάντρα έγινε κατακόκκινη. Μια φλέβα πέταξε στο μηλίγγι της. Στράψαν τα μάτια της,και η φωνή της βράχνιασε.
-Ποιά γάτα , μωρέ; Την Καλυψώ;Σαν τρελάθηκες, δεν πας σ'  έναν παπά να διαβαστείς;
Σαν την είδε ν' αγριεύει , βγάζει ο αράπης ένα δαχτυλίδι σμαραγδένιο απ' το μικρό του δάκτυλο και της το δείχνει.: - Αυτό σας το στέλνει ο πασάς.
-Την τύφλα σου! λέει η Λωξάντρα. Αντε, γκιτ.

Ο αράπης στέκεται, την κοιτάζει.
-Φύε , μπρε! φωνάζει η Λωξάντρα
Ο αράπης στέκεται.
-Κύριε ελέησον! σταυροκοπιέται η Λωξάντρα. Πίσω μου σ' έχω σατανά.
Τραβά ο αράπης απ' το ζωνάρι του πουγκί.
-Ω! κακό χρόνο να-χεις, αδικιωρισμένε.
Τότε ήταν που την πήραν τα δαιμόνια. Ταρνανά! Ταρνανά! τον μπαλτά να τον σκοτώσω,
κι ώσπου να 'ρθει ο Ταρνανας γυρίζει την πλάτη και φεύγει ο αράπης.
Εκείνο το βράδυ, η Λωξάντρα και ο Δημητρός δεν κλείσανε μάτι.
-Τι ήταν αυτά που έκανες Λωξάντρα μου. Μας έκαψες κυρά μου.
-Τι ήθελες να κάμω Δημητρό μου; Να δώσω το χαιβάνι μας;
Πέρασε μια βδομάδα αγωνίας, όμως τίποτε δεν συνέβηκε. Μόνο που ύστερα από δέκα μέρες χάθηκε η Καλυψώ.Άφαντο έγινε το ζώο.Λες και άνοιξε η γη και το κατάπιε. Γύριζε η Λωξάντρα μέσα στον κήπο και φώναζε"ψι-ψι-ψι"
Πάει η Καλυψώ.Ύστερα από ένα μήνα, η κονα-Αννίκα τους είπε πως δεν πρέπει να κλαίνε πια για την Καλυψώ, γιατί ζει και βασιλεύει μέσα στο χαρέμι του πασά.Σαν πήγε, λέει, η κονα -Αννίκα  να παραδώσει στη μικρή χανούμισα τις νταντέλες που της είχε παραγγείλει, είδε την Καλυψώ ξαπλωμένη μέσα σε χρυσό οντά. Τώρα λέει, τη φωνάζουνε "ντουνιά γκιουζέλ"
-Να κουλαθεί το χέρι αυτουνού που την πήρε από δω! άστραψε η Λωξάντρα, και ύστερα βρήκε ένα μικρό κεραμιδόγατο με αραιό τρίχωμα και μούρη σαν γαλότσα και μιαν ουρά σαν σπάγκο, κι έκανε όρκο πως δεν θα ξαναβάλει ωραία γάτα μέσα στο σπίτι της, απ' το φόβο του πασά.
Και με τον καιρό ξανάρχισε να φοβάται τους αραπάδες.
Όταν περνούσε μπροστά απ' την πόρτα της το αμάξι της μεγάλης χανούμισσας, η Λωξάντρα χαμήλωνε το στόρι, για να μην τη δει. Έκλεινε τα μάτια της και έκανε το σταυρό της.
" Ο Ιησούς Χριστός νικά κι όλα τα κακά σκορπά. Μπαλουκλιώτισσα βάλε το χέρι σου και σώσε την Πόλη σου απ' τα αγαρηνά σκυλιά που τα 'βαλαν με τις γάτες μου "

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου