Ήταν η δεύτερη νύχτα. Στους Ουρανούς,επάνω από το σπήλαιο, είχαν σβήσει οι ύμνοι. Δεν κυμάτιζαν πια στον αιθέρα φτερούγες αγγελικές.Στις ψυχές που είχαν αναστατωθεί από το θαύμα, βασίλευε τώρα γαλήνη. Οι μάγοι ανέβηκαν στις καμήλες τους, οι βοσκοί γύρισαν στα μαντριά τους. Ο Ιωσήφ, που είχε πάει για την απογραφή, γύρισε κατάκοπος κι 'εγειρε δίπλα από τ' άκακα βόδια να ξαποστάσει. Η Μαριάμ κουρασμένη απ' την έκσταση και την ευτυχία, είναι από ώρα πολλή βυθισμένη στον ύπνο. Στο απλωμένο της χέρι, ακουμπισμένο τ' ολόξανθο Βρέφος, κοιμάται. Φωτοστέφανο πλέκουν γύρω απ' τα μαλλάκια του τ' άχυρα της φάτνης.
Είναι η δεύτερη νύχτα, κι ο ουρανός αποσύρθηκε πίσω