Ένα σαπούνι πράσινο μου θύμισε τη
μυρωδιά της. Άνοιξη, κι όλα άστραφταν από πάστρα. Τα χέρια της, τα ρούχα της, το σπίτι, όλα είχαν τη μυρωδιά της
φρεσκάδας, της καθαριότητας, τη μυρωδιά του πράσινου σαπουνιού. Εκείνο το μικρό καμαράκι
που ήταν κουζίνα και καθιστικό, που το 'πνιγε το φούλι σκαρφαλωμένο ως τα κεραμίδια τακτοποιημένο πάντα και καθαρό, είχε τη σφραγίδα της. Άσπρη η μάντρα της αυλής απ' τα ασβεστώματα, το κοτέτσι, το σπιτάκι του Πάντσο και μια σειρά από κόκκινα γεράνια που άστραφταν στο πρώτο φως της μέρας.
Αχ Μάνα! Όμορφα χρόνια!
Πως πέρασαν, άγέρας ήταν κι έσβησαν κι έμεινε η γεμάτη τρυφερότητα ανάμνηση μαζί με τις ρωγμές στους τοίχους που όρθιοι ακόμα αντιστέκονται στο χρόνο.
Η ανάμνησή γίνεται κόμπος στο λαιμό και με πνίγει. Κάποιες φορές κι ένα πικρό γιατί; Έφυγες νωρίς, μα είσαι πάντα εδώ, στη μνήμη μας και στην καρδιά μας. Θυμάμαι, δίπλα-δίπλα καθόμασταν όταν μου μάθαινες ράψιμο δαντέλες κι ασπροκέντια.
Πως μοσχοβολούσαν τα χέρια σου όταν μας έφτιαχνες κουκλάκια από κουρέλια, όταν κεντούσες ή έπλεκες των κοριτσιών σου τα όνειρα. Για τα προικιά μας έλεγες. Με πόση αγάπη, πόση φροντίδα κι έγνοια, να τα προλάβεις όλα. Τη φωτιά στη σόμπα, το φούρνο για το ψωμί, το καζάνι για τη μπουγάδα, το φαγητό της μέρας. Όλα!
Με φτώχεια κι αξιοπρέπεια να συγκρατείς την κάθε μέρα σαν τα δοκάρια που κρατάνε τη στέγη. Σε χρόνια στερημένα μπάλωμα στο μπάλωμα να μερεμετίζεις τη ζωή να μη μας λείψει τίποτα. Πόση αντοχή χρειαζόταν και θέληση και περίσσευμα ψυχής. Κι όλα τα είχες.
που ήταν κουζίνα και καθιστικό, που το 'πνιγε το φούλι σκαρφαλωμένο ως τα κεραμίδια τακτοποιημένο πάντα και καθαρό, είχε τη σφραγίδα της. Άσπρη η μάντρα της αυλής απ' τα ασβεστώματα, το κοτέτσι, το σπιτάκι του Πάντσο και μια σειρά από κόκκινα γεράνια που άστραφταν στο πρώτο φως της μέρας.
Αχ Μάνα! Όμορφα χρόνια!
Πως πέρασαν, άγέρας ήταν κι έσβησαν κι έμεινε η γεμάτη τρυφερότητα ανάμνηση μαζί με τις ρωγμές στους τοίχους που όρθιοι ακόμα αντιστέκονται στο χρόνο.
Η ανάμνησή γίνεται κόμπος στο λαιμό και με πνίγει. Κάποιες φορές κι ένα πικρό γιατί; Έφυγες νωρίς, μα είσαι πάντα εδώ, στη μνήμη μας και στην καρδιά μας. Θυμάμαι, δίπλα-δίπλα καθόμασταν όταν μου μάθαινες ράψιμο δαντέλες κι ασπροκέντια.
Πως μοσχοβολούσαν τα χέρια σου όταν μας έφτιαχνες κουκλάκια από κουρέλια, όταν κεντούσες ή έπλεκες των κοριτσιών σου τα όνειρα. Για τα προικιά μας έλεγες. Με πόση αγάπη, πόση φροντίδα κι έγνοια, να τα προλάβεις όλα. Τη φωτιά στη σόμπα, το φούρνο για το ψωμί, το καζάνι για τη μπουγάδα, το φαγητό της μέρας. Όλα!
Με φτώχεια κι αξιοπρέπεια να συγκρατείς την κάθε μέρα σαν τα δοκάρια που κρατάνε τη στέγη. Σε χρόνια στερημένα μπάλωμα στο μπάλωμα να μερεμετίζεις τη ζωή να μη μας λείψει τίποτα. Πόση αντοχή χρειαζόταν και θέληση και περίσσευμα ψυχής. Κι όλα τα είχες.
" Εεε, νε να σταθείς, νε να φας μια
βούκα ψωμί." έλεγες πάντα, μα ποτέ δεν σταματούσες. Δεν το εκτιμήσαμε όσο
ζούσες. Νομίζαμε θα ήσουν πάντα δίπλα μας, να μας συμβουλεύεις, να μας φροντίζεις, να μας ακούς, να αφουγκράζεσαι τον πόνο μας, να παίρνεις απ' τη θλίψη μας. Δεν προφτάσαμε να σου πούμε όσα θέλαμε. Τώρα βαραίνει η απερισκεψία για τότε που ξεστράτιζε ο νους παρασυρμένος απ' τους ανεμοστρόβιλους της νιότης. Όσα δεν είπαμε την ψυχή μας στοιχειώνουν. Μη μας παρεξηγείς, είχαμε τα δικά μας. Σχολεία, εφηβείες, έρωτες, αργότερα οικογένεια, παιδιά.
Έδωσες πολλά, δεν ζήτησες τίποτα. Πόσο παράπονο έκρυβε εκείνο το "Αμάν πια μπαΐλντισα" Δεν έλειψε η φροντίδα σου ποτέ και σήμερα έρχεται η μνήμη να καλύψει τη θλίψη του κενού σου, μνήμη παρήγορη, μαρτυρική και αγία.
Έδωσες πολλά, δεν ζήτησες τίποτα. Πόσο παράπονο έκρυβε εκείνο το "Αμάν πια μπαΐλντισα" Δεν έλειψε η φροντίδα σου ποτέ και σήμερα έρχεται η μνήμη να καλύψει τη θλίψη του κενού σου, μνήμη παρήγορη, μαρτυρική και αγία.
Η θύμησή σου ένας λυγμός και δάκρυα που κύλησαν ως της ψυχής την άκρη, κι έγιναν ευχή κι ελπίδα
πως βρήκες τη γαλήνη. Εφτά χρόνια δύσκολα, τα πιο δύσκολα της ζωής μας. Οι μέρες και οι νύχτες ίδιες, καμωμένες από χίλια σκοτάδια. Χωρίς λογική. Και οι στιγμές διαύγειας ελάχιστες, ίσα για να δώσουν κάποια ελπίδα κι ύστερα πάλι χαμένη σε μια άβυσσο και μια βαθιά απελπισμένη σιωπή που κομμάτιαζε τις ψυχές μας.
Ανεβήκαμε το Γολγοθά μαζί με σένα. Δύσκολος πολύ ο ανήφορος, τόσο που λύτρωση μας φάνηκε ο χαμός σου. Κι ύστερα....εκείνος ο πόνος, ένας πόνος βουβός που άφησε βαθιά τα σημάδια του, ο θυμός κι ένα πικρό γιατί.
"Σ' αγαπώ, καλό ταξίδι" λέξεις που δεν ειπώθηκαν ακούστηκαν σαν απολογισμός την ώρα που σε ξεπροβοδούσα. 'Εβρεχε εκείνη τη μέρα. Ιούνης μήνας κι ένα γλυκό ψιλόβροχο σαν πρωτοβρόχι έκανε τη μοναξιά μου ακόμη πιο πικρή.
Δεκαεφτά χρόνια πέρασαν από τότε. Δεν πέθανες, αδιάφορο τα χρόνια κι αν περνάνε. Κι αν χάθηκε το σώμα η θύμησή δεν θα σβήσει ποτέ, λιβάνι και κεράκι έγινε στην ψυχή σου. Μορφή ολοφώτεινη στα όνειρά μου, σ' έναν κόσμο ξέχειλο από φως και ιλαρότητα. Κι όταν το πρώτο φως της μέρας ξεθωριάζει το όνειρο, ζεστή ακόμη νοιώθω τη θαλπωρή της ματιάς σου, γιατί η αγάπη δεν χάνεται στην αιωνιότητα ακόμη κι αν οι λέξεις χάνονται στον κόσμο της σιωπής.
Ααχ Μάνα!
Ενα κομμάτι πράσινο σαπούνι ήρθε να μου θυμίσει πόσο μου λείπεις. Κάθε ώρα, κάθε στιγμή, μα σήμερα περισσότερο από ποτέ.
Κάπου διάβασα. "Άμα φωνάξω δυνατά, Μάνααα.....λέτε ν' ακουστώ ως τον Παράδεισο;" Ποιός ξέρει;
Μάνα γέρασα κι εγώ κι ακόμη σε χρειάζομαι.
Ανεβήκαμε το Γολγοθά μαζί με σένα. Δύσκολος πολύ ο ανήφορος, τόσο που λύτρωση μας φάνηκε ο χαμός σου. Κι ύστερα....εκείνος ο πόνος, ένας πόνος βουβός που άφησε βαθιά τα σημάδια του, ο θυμός κι ένα πικρό γιατί.
"Σ' αγαπώ, καλό ταξίδι" λέξεις που δεν ειπώθηκαν ακούστηκαν σαν απολογισμός την ώρα που σε ξεπροβοδούσα. 'Εβρεχε εκείνη τη μέρα. Ιούνης μήνας κι ένα γλυκό ψιλόβροχο σαν πρωτοβρόχι έκανε τη μοναξιά μου ακόμη πιο πικρή.
Δεκαεφτά χρόνια πέρασαν από τότε. Δεν πέθανες, αδιάφορο τα χρόνια κι αν περνάνε. Κι αν χάθηκε το σώμα η θύμησή δεν θα σβήσει ποτέ, λιβάνι και κεράκι έγινε στην ψυχή σου. Μορφή ολοφώτεινη στα όνειρά μου, σ' έναν κόσμο ξέχειλο από φως και ιλαρότητα. Κι όταν το πρώτο φως της μέρας ξεθωριάζει το όνειρο, ζεστή ακόμη νοιώθω τη θαλπωρή της ματιάς σου, γιατί η αγάπη δεν χάνεται στην αιωνιότητα ακόμη κι αν οι λέξεις χάνονται στον κόσμο της σιωπής.
Ααχ Μάνα!
Ενα κομμάτι πράσινο σαπούνι ήρθε να μου θυμίσει πόσο μου λείπεις. Κάθε ώρα, κάθε στιγμή, μα σήμερα περισσότερο από ποτέ.
Κάπου διάβασα. "Άμα φωνάξω δυνατά, Μάνααα.....λέτε ν' ακουστώ ως τον Παράδεισο;" Ποιός ξέρει;
Μάνα γέρασα κι εγώ κι ακόμη σε χρειάζομαι.
Αννίκα
Κάποια βράδια, όταν οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με τα συναισθήματά τους, όταν χάνεσαι μέσα στους ίσκιους της μνήμης……θυμάσαι τα περασμένα σαν να ήταν χθες…Μνήμες που γεμίζουν την ψυχή με νοσταλγία και δάκρυα κι ας πέρασαν δεκαοκτώ χρόνια. Η ζωή περνάει μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα βλέφαρα….. Είναι στιγμές που περνάνε και φεύγουν κι αυτό που μένει στην ψυχή μας είναι καταστάσεις που μας σημάδεψαν, μας έκαναν να γελάσουμε, να κλάψουμε, μας έκαναν να λυγίσουμε, να γονατίσουμε, να σηκωθούμε, να αντέξουμε………Είναι συναισθήματα χαράς, πίκρας, λύπης, ενοχές για αυτά που δεν έκανες γι αυτά που δεν είπες, γι αυτά που άφησες να περάσουν με το πρόσχημα "έχω καιρό"
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν κάθε μια εμπειρία είναι για να μας κάνει καλύτερους,τότε....δεκαοκτώ χρόνια μετά γιατί πονάει ακόμη;
Αννίκα μου, καλώς σε βρίσκω!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕρχομαι από της Ειρήνης!Εκεί σε είδα.
Πέρασα κάποια θέματά σου, και για τον πατέρα, σαν να μοιάζουνε κι αυτοί, και στάθηκα και σου γράφω εδώ, γιατί...λίγα χρόνια πριν από τη δική σου,,,σαν αύριο, έφυγε και η δική μου μάνα και κάθε χρόνο, τα ίδια συναισθήματα...
Ας μη βαρύνω το κλίμα, η αλήθεια είναι πως μας λείπουν κι ας έχουμε γίνει μάνες και γιαγιές!
Να είσαι καλά!
Φιλιά κι ας μη σε ξέρω!
Βαρβάρα
Καλή μου Βαρβάρα! Σ΄ευχαριστώ για την επίσκεψη Με αφορμή το σχόλιό σου για τα .....όσα χρόνια.....που έχασες τη μαμά σου, θέλω να ευχηθώ Καλό Παράδεισο!! Όσο θα έρχονται στα όνειρά μας, θα ζουν στις καρδιές μας, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Καλή Αυριανή. Να είστε καλά και να έχετε την ευχή τους!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ΄ΕΥΧΑΡΙΣΤΏ που πέρασες, πραγματικά καλώς σε βρήκα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα τα..λέμε, στον χρόνο που μας επιτρέπεται :)
Φιλιά
ΕΣΥ ΑΝΝΙΚΑ ΜΟΥ ΖΩΓΡΑΦΙΖΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΣΟΥ...ΣΟΥ ΕΔΩΣΕ ΧΑΡΙΣΜΑ Ο ΘΕΟΣ...ΕΙΣΑΙ ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΓΝΗΣΙΑ ΑΠΛΗ ΨΥΧΗ ΣΤΗΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΥΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΣΟΥ.ΜΙΛΗΣΕΣ ΒΑΘΕΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΟΥ Σ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠως ψηλώνει η καρδιά όταν διαβάζεις τέτοια σχόλια!
ΔιαγραφήΘερμά σ' ευχαριστώ για την επίσκεψη και τα καλά σου λόγια!
Να είσαι καλά!